Ένα σπάνιο ειδώλιο του 40.000 π.χ. που ανακαλύφθηκε σε σπηλιά της Γερμανίας αποδυκνύει ότι οι άνθρωποι της εποχής είχαν την ικανότητα να δημιουργούν περίτεχνα γλυπτά.
Το 1939, λίγες μόνον ημέρες πριν την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γερμανοί Robert Wetzel και Otto Völzing έκαναν έρευνες στο σπήλαιο Hohlenstein-Stadel στην περιοχή Hohlenstein, κοντά στο Αsselfingen της Νότιας Γερμανίας.
Με το ξέσπασμα του πολέμου, την τελευταία μέρα της ανασκαφής, οι Wetsel και Völzing περισυνέλεξαν έναν σωρό οστέινων θραυσμάτων, και στη συνέχεια κάλυψαν βιαστικά τα στρώματα στα οποία είχαν φτάσει. Έπρεπε να περάσουν όμως περισσότερα από 30 χρόνια μέχρι να ασχοληθεί κάποιος συστηματικά με εκείνον τον σωρό οστών και να διαπιστώσει ότι συνέθεταν ένα σπάνιο ειδώλιο όρθιας ανθρώπινης μορφής. Αρχικά ήταν ακέφαλο, αλλά αργότερα βρέθηκαν περισσότερα κομμάτια και έτσι διαπιστώθηκε ότι το ειδώλιο είχε κεφαλή λιονταριού.
Ο Λεοντάνθρωπος, όπως ονομάστηκε, είναι αρκετά ευμεγέθης: έχει ύψος 29.6 εκ., πλάτος 5.6 εκ και πάχος 5,9 εκ. Είναι ένα θαυμάσιο γλυπτό, που ο καλλιτέχνης του σκάλισε σε ένα χαυλιόδοντα μαμούθ χρησιμοποιώντας λεπίδα πυριτόλιθου και το γυάλισε χρησιμοποιώντας το σάλιο του και ένα κομμάτι δέρμα. Πειραματικές έρευνες απέδειξαν μάλιστα ότι χρειάστηκαν περίπου 320 ώρες για την κατασκευή του.
Ο Λεοντάνθρωπος χρονολογήθηκε πρόσφατα ακόμη παλαιότερα από ό,τι είχε αρχικά θεωρηθεί (32.000 π.Χ.), δηλαδή στο 40.000 π.Χ., με βάση νεώτερα ευρήματα ανασκαφής που έγινε ξανά στα στρώματα που βρέθηκε το ειδώλιο στο σπήλαιο Hohlenstein. Κατά τις πρόσφατες ανασκαφές του Κlaus-Joachim Kind βρέθηκαν επιπλέον 1000 περίπου οστέινα κομμάτια, κάποια μικρότατα, ορισμένα από τα οποία συγκολλώνται στο ειδώλιο. Φαίνεται λοιπόν ότι αυτό σύντομα ο Λεοντάνθρωπος θα αποκτήσει πιο ολοκληρωμένη εικόνα, γεγονός που ίσως διαφωτίσει και κάποια ζητήματα σχετικά με την ερμηνεία του. Στη σημερινή του μορφή το ειδώλιο είναι συγκολλημένο από 220 κομμάτια και λείπει περί το 30% του συνόλου.
Ο Λεοντάνθρωπος είναι το αρχαιότερο ζωομορφικό γλυπτό του κόσμου και ένα από τα παλαιότερα έργα τέχνης που έφτιαξε ο άνθρωπος. Η σπουδαία σημασία που έχει το συγκεκριμένο ειδώλιο είναι ότι αποδεικνύει τη δυνατότητα του ανθρώπου που το δημιούργησε να φανταστεί και να εκτελέσει λεπτομερώς μια ανύπαρκτη, σύνθετη μορφή: έναν άνθρωπο με κεφαλή λιονταριού -ή ένα λιοντάρι όρθιο σε στάση ανθρώπινη.
H δεύτερη περίπτωση είναι λιγότερο πιθανή, δεδομένου ότι στο αριστερό χέρι του έχουν αποδοθεί έξι παράλληλες εγχάρακτες γραμμές. Στα καινούργια κομμάτια που βρέθηκαν περιλαμβάνεται το δεξιό χέρι και φαίνεται ότι και αυτό έφερε κάποια διακόσμηση. Ακόμα κι αν, όπως έχει υποτεθεί, η μορφή που παριστάνεται είναι ένας άνθρωπος που φορά λεοντή, ίσως ένας σαμάνος-μάγος της περιοχής, η ικανότητα του καλλιτέχνη να συνθέσει τα δύο στοιχεία (ζωόμορφο και ανθρωπόμορφο) συνιστά σπουδαιότατο επίτευγμα – σταθμό στη διανοητική πορεία του ανθρώπινου είδους.
Πολλές υποθέσεις έχουν γίνει για τον Λεοντάνθρωπο, κυρίως όσον αφορά το φύλο του. Κάποιοι μελετητές τον θεωρούν άνδρα (lion man) και άλλοι γυναίκα (lion woman). Ευτυχώς στην ελληνική γλώσσα, όπως και στη γερμανική (Löwenmensch), μπορούμε να μην πάρουμε θέση, αποκαλώντας τη μορφή απλώς Λεοντάνθρωπο.
Θα αναρωτιέται ίσως κανείς τι γυρεύει ένα λιοντάρι σε μια σπηλιά της Γερμανίας. Είναι όμως γνωστό ότι στην ανώτερη Παλαιολιθική περίοδο που ανήκει το ειδώλιο, ζούσαν στην περιοχή τα ευρωπαϊκά λιοντάρια των σπηλαίων (Panthera leo europaea), που δεν διέθεταν (ακόμη και τα αρσενικά) την πλούσια χαίτη των αφρικανικών.
Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι στην ίδια περιοχή, στο Hohle Fels, κοντά στο Hohlenstein-Stadel, ο δρ. Nicholas Conard βρήκε πρόσφατα ένα ακόμη μικρό λεοντόμορφο ειδώλιο. Αυτό αποδεικνύει ότι η μορφή του λιονταριού είχε αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία, ίσως μυθολογική υπόσταση, για την ανθρώπινη κοινότητα τουλάχιστον αυτής της περιοχής, αν όχι ευρύτερα.
Το πρωτότυπο ειδώλιο του Λεοντανθρώπου φυλάσσεται στο Μουσείο της γερμανικής πόλης Ulm, ωστόσο πιστά αντίγραφα βρίσκονται στην Αμερική, στην Ελβετία, στη Γερμανία και το Τόκυο.
(εικόνα Museum Ulm)